Τα Χριστούγεννα (σύνθετη λέξη της δημοτικής Χριστός + γέννα) δηλώνουν την ετήσια χριστιανική εορτή της γέννησης του Χριστού και κατ’ επέκταση το σύνολο των εορτών από της Γεννήσεως μέχρι των Θεοφανίων («Γιορτές των Χριστουγέννων»). Τα Χριστούγεννα γιορτάζονται στις 25 Δεκεμβρίου.
Η γέννηση του Ιησού ως ανθρώπου παρουσιάζεται ως ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην ιστορία όλης την ανθρωπότητας (Ματθ. 1:18-23· Λουκ.2:1-7· Φιλιπ. 2:6–7). Παρόμοια εκφράζονται και οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς κατά τους πρώτους μετά Χριστόν αιώνες.
Η σημαντική Δεσποτική γιορτή της κατά σάρκα γεννήσεως του Χριστού, είναι μια ιδιαίτερη γιορτή, η οποία σύμφωνα με τον Γρηγόριο Ναζιανζηνό δεν θα πρέπει να συγχέεται με τα γενέθλια οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου, αφού στα Γενέθλια αυτά εορτάζουμε το μοναδικό και ανεπανάληπτο γεγονός ότι “εφάνη γαρ Θεός ανθρώποις δια γεννήσεως” .
Τα Γενέθλια του Σωτήρα, με την έννοια που δίνει ο Γρηγόριος δηλ. ως Θεοφάνια, είναι γιορτή
«αρχαιότατη» που “συνεωρτάζετο μέχρι της Δ’ εκατονταετίας, υπό την καθολικωτέραν επίκλησιν Επιφάνεια, την στ’ Ιανουαρίου…μετά της μεγάλης…εορτής του Βαπτίσματος…ο συνεορτασμός των δύο αυτών…εορτών εστηρίζετο εις την, ευθύς μετά την ιστόρησιν του Βαπτίσματος του Ιησού παρά του Ιωάννου, ρήσιν του Ευαγγελιστού Λουκά ‘και αυτός ην ο Ιησούς ωσεί ετών τριάκοντα αρχόμενος’…Πρώτος ποιείται μνείαν της εορτής Κλήμης ο Αλεξανδρεύς…”.
Η «αρχαιότητα» αφορά τον 3ο αιώνα και έπειτα καθώς είναι σαφές ότι η Εκκλησία των δύο πρώτων αιώνων δεν τηρούσε οποιονδήποτε εορτασμό της γέννησης του Χριστού .
Σύμφωνα με τις αφηγήσεις της Καινής Διαθήκης, τόσο ο Ιησούς Χριστός όσο και οι μαθητές του δεν γιόρταζαν γενέθλια ανθρώπων, και ο ίδιος ζήτησε ρητά από τους ακολούθους του να τηρούν την ανάμνηση του θυσιαστικού θανάτου του. (Λουκ. 22:19, 20).
Επίσης, οι Ιουδαίοι απέρριπταν τον εορτασμό των γενεθλίων καθώς θεωρούνταν παγανιστική συνήθεια και αυτή τη στάση ακολούθησαν και οι Χριστιανοί κατά τους δύο πρώτους αιώνες της χριστιανικής εκκλησίας .
Ο χρονικός προσδιορισμός της έναρξης εορτασμού των γενεθλίων του Ιησού δεν μπορεί γίνει με με βεβαιότητα.
Στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται ότι η ημέρα της γέννησης του Ιησού ήταν ένα εξαιρετικά χαρμόσυνο γεγονός τόσο για ανθρώπους όσο και για τα αγγελικά πλάσματα καθώς γεννήθηκε ως άνθρωπος ο Σωτήρας της υπάκουης ανθρωπότητας, χαρά που στα ιερά κείμενα εκδηλώνεται με ύμνους .
Έτσι, για πολλές χριστιανικές ομολογίες ο εορτασμός των Χριστουγέννων αποτελεί κατεξοχήν την ανάμνηση του σωτηριώδους γεγονότος της ενσάρκωσης του Χριστού.
Άλλωστε, σε ότι αφορά την Ορθόδοξη εκκλησία, κάθε θεσμός ή συνήθειά της θεωρείται ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει και να εξελιχθεί μέσα στον οργανισμό της αν δεν έχει καινοδιαθηκική κατοχύρωση.
Κοντά στην χρονική περίοδο που γεννήθηκε «ο Σωτήρας» της ανθρωπότητας, δεν υπήρχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον ακριβή προσδιορισμό της άγνωστης ημερομηνίας στην οποία γεννήθηκε ο Ιησούς αφού θεωρούσαν σημαντικότερο το γεγονός της σάρκωσης του Μεσσία και της σωτηρίας της ανθρωπότητας, γεγονός που εορτάζεται και κατά την γιορτή των Χριστουγέννων στις περισσότερες χριστιανικές εκκλησίες.
Για μερικούς ερευνητές, τις πρώτες αναφορές περί εορτασμού της γέννησης του Χριστού (στις 6 Ιανουαρίου), τις συναντάμε στα κείμενα του Πάπα Τελεσφόρου (125-136 μ.Χ.), στοιχεία που από άλλους δεν θεωρούνται αυθεντικά, αλλά μεταγενέστερες παρεμβολές .
Σε άλλες περιπτώσεις, έναρξη εορτασμού της γέννησης του Χριστού πιθανολογείται γενικά ο δεύτερος ή και ο τρίτος αιώνας .
Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, ο εορτασμός των Χριστουγέννων έγινε για πρώτη φορά στην Αντιόχεια κατά τον 4ο αιώνα από τους Ευσταθιανούς, ένα χριστιανικό κίνημα που είχε άμεση σχέση με την Εκκλησία της Ρώμης .